Menu

helmeted hornbill - Ρινόπλαξ - Rhinoplax vigil. Είναι ένα από τα πιο περίεργα πουλιά που υπάρχουν στον κόσμο, με πολύ ιδιαίτερο σχήμα κρανίου, άνοιγμα φτερών που φτάνει σχεδόν
τα 2 μέτρα και μια κραυγή που ακούγεται σα μανιακό γέλιο καθώς απηχεί στα τροπικά δάση του Βόρνεο.Η ρινόπλαξ απειλείται με εξαφάνιση, εξαιτίας της απότομης αύξησης της ζήτησης για φίλντισι (ελεφαντόδοντο) στη μαύρη αγορά της Κίνας.Το πουλί αυτό, γνωστό αλλιώς και ως «ο γεωργός του τροπικού δάσους» λόγω του ζωτικού ρόλου που παίζει στη διασπορά σπόρων, αποτελεί το τελευταίο θύμα του οργανωμένου εγκλήματος κατά της άγριας ζωής, σύμφωνα με μια έκθεση που θα δημοσιευτεί από την Υπηρεσία Ερευνών Περιβάλλοντος (Environmental Investigation Agency -ΕΙΑ), όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα Daily Mail.Η αξία του φίλντισι από το πουλί αυτό εκτιμάται ότι είναι τρεις φορές μεγαλύτερη από αυτή του ελεφαντόδοντου και η παράνομη λαθροθηρία είναι εκτός ελέγχου.«Αν δε δοθεί η απαραίτητη προσοχή στο ζήτημα αυτό, το συγκεκριμένο πουλί κινδυνεύει από εξαφάνιση» ανέφερε ο ειδικός Yoki Hadiprakarsa.Το παράνομο εμπόριο τροφοδοτείται από την επιθυμία της εύπορης μεσαίας τάξης της Κίνας για σκαλισμένα διακοσμητικά αντικείμενα από ελεφαντόδοντο. Σύμφωνα με την EIA, καθώς το «λευκό» ελεφαντόδοντο από τους χαυλιόδοντες και τα κέρατα από ελέφαντες και ρινόκερους γίνεται πιο σπάνιο, οι παράνομοι διακινητές έχουν αρχίσει πλέον να εμπορεύονται «κόκκινο» φίλντισι από το πτηνό αυτό. Η τιμή του εκτιμάται στα 5.600 ευρώ το κιλό –τρεις φορές πάνω σε σχέση με την τιμή του ελεφαντόδοντου.
Το δημοσίευμα αναφέρει πως δεν υπάρχουν αξιόπιστες εκτιμήσεις για την επίδραση της λαθροθηρίας στους πληθυσμούς του συγκεκριμένου είδους, ωστόσο σε μία περιοχή μόνο (Kalimantan) εκτιμάται ότι σκοτώνονται 6.000 πουλιά κάθε χρόνο.

Η Ρινόπλαξ είναι κορακιόμορφο πτηνό της οικογενείας των Βουκερωτιδών, που απαντά στη ΝΑ. Ασία. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Rhinoplax vigil και δεν περιλαμβάνει υποείδη.Η επιστημονική ονομασία του γένους είναι η λατινική απόδοση της ελληνικής λέξης Ρινόπλαξ (ρις «μύτη» + πλαξ «πλάκα, επίπεδη επιφάνεια»), με σαφή αναφορά στο χαρακτηριστικό ράμφος του πτηνού.Για τη λατινική επιστημονική ονομασία του είδους vigil, υπάρχουν δύο απόψεις: σύμφωνα με την πρώτη, η λέξη σημαίνει «αυτός που επαγρυπνεί προσέχοντας για κάτι» και, κατ’ ακολουθίαν, «φρουρός, εναργής», εξ ου και η δάνεια ελληνική λέξη «βιγλάτορας».Η έννοια του «φρουρού» μπορεί να προσδόθηκε στο πτηνό, λόγω του ράμφους του που μοιάζει με κράνος, άλλωστε υπάρχει τέτοια δοξασία στους ιθαγενείς των περιοχών όπου κατοικεί (βλ. Κουλτούρα).Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή, η ονομασία έχει τη ρίζα της στο λατινικό ρήμα vigeo < (ινδοευρ.) weg «ζώ, είμαι γεμάτος ζωή» και, κατ’ επέκτασιν, «είμαι ευτραφής, ευζώητος», που πιθανόν να παραπέμπει στο μεγάλο ράμφος του πτηνού.Παρόμοιο συσχετισμό με το ράμφος του πτηνού κάνει, επίσης, η αγγλική του ονομασία Helmeted hornbill «βούκερως με ράμφος-κράνος».

Το είδος περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1781, από τον Γερμανό πάστορα και φυσιοδίφη Γιόχαν Ράινχολντ Φόρστερ, στη Σουμάτρα, ως Buceros vigil. Κάποιοι ερυνητές εξακολουθούν να το τοποθετούν στο γένος Buceros, αν και διαφέρει αρκετά στη μορφολογία και στη φωνή από αυτό.Το γένος Rhinoplax είναι μονοτυπικό, δεν περιλαμβάνει δηλαδή άλλο είδος, εκτός από το Rhinoplax vigil.
Γεωγραφική κατανομή

Η ρινόπλαξ απαντά μόνιμα, μόνο σε ορισμένες περιοχές της ΝΑ. Ασίας και, συγκεκριμένα, στη Σουμάτρα, τη Βόρνεο και στο μεγαλύτερο μέρος της Μαλαισιανής Χερσονήσου, δηλαδή στη Μαλαισία και μέρος της Ταϊλάνδης και της Μιανμάρ. Από τη Σινγκαπούρη φαίνεται ότι έχει εκλείψει.
Βιότοπος
Η ρινόπλαξ ενδημεί στα πρωτογενή αειθαλή και ημι-αειθαλή πεδινά δάση, μέχρι τα 1500 μέτρα. Προτιμά τα ανώμαλα, πετρώδη εδάφη και μπορεί να συχνάζει, τοπικά, σε επιλεκτικά υλοτομημένες τοποθεσίες.
Μορφολογία
Γενικά
Η ρινόπλαξ είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό πτηνό όπως, άλλωστε, όλα τα μέλη της οικογένειας Βουκερωτίδες, με το χαρακτηριστικό μεγάλο ράμφος της. Ωστόσο, ένα επί πλέον στοιχείο είναι το μεγάλο της μέγεθος -είναι το δεύτερο μεγαλύτερο μέλος της οικογένειας-.

Έχει κυρίως μαυριδερό πτέρωμα, εκτός από το ότι η κοιλιά και τα πόδια είναι λευκωπά. Επίσης, και η ουρά είναι λευκή με το κάθε φτερό να έχει μία μαύρη λωρίδα κοντά στην άκρη. Η ουρά είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με τα δύο κεντρικά φτερά της να είναι μακρύτερα από τα υπόλοιπα, δίνοντας στο πουλί συνολικό μήκος μεγαλύτερο από οποιουδήποτε άλλου είδους στην οικογένεια. Γύρω από τους οφθαλμούς υπάρχουν καφεκάστανες τούφες, ενώ άλλο μορφολογικό χαρακτηριστικό είναι το γυμνό και ζαρωμένο «μπάλωμα» του λαιμού, τιρκουάζ στα θηλυκά και κόκκινο στα αρσενικά.
Ράμφος

Το ράμφος έχει χαρακτηριστικό μεγάλο ύβωμα, εν είδει «κράνους», το οποίο ξεκινάει από τη μέση του και φθάνει μέχρι το μέτωπο, όπου και τελειώνει απότομα. Τόσο το ύβωμα, όσο και το κυρίως ράμφος έχουν δύο χρωματισμούς: είναι κιτρινωπά, στο χρώμα του κεριού, στην άκρη τους, ενώ το υπόλοιπο τμήμα τους είναι κοκκινωπό, λόγω του εκκρίματος του αδένα, που χρησιμεύει στον καθαρισμό του πτερώματος (preening). Σε αντίθεση με τις άλλες βουκερωτίδες οι οποίες διαθέτουν κοίλο ύβωμα με πολλές αεροφόρους οδούς, η ρινόπλαξ διαθέτει ύβωμα συμπαγές που, μαζί με το ράμφος και το κρανίο, μπορεί να αποτελούν το 10% του συνολικού βάρους του πτηνού. Το συγκεκριμένο συμπαγές ύβωμα αποτελείται από κάποιο κερατινοειδές υλικό, το οποίο ονομάζεται «ελεφαντόδοντο του βούκερου» και φαίνεται να αποτελεί μία από τις σοβαρές αιτίες για τη λαθροθηρία του είδους σε κάποιες περιοχές.

Δημοσίευση σχολίου

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΤΗΣΤΕ ΦΟΡΤΩΣΗ

 
Top